Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κλάω
κλεεννός
κλειδίον
κλειδουχέω
κλειδοῦχος
κλειθρία
κλεῖθρον
κλεινός
κλεῖσις
κλείς
κλειστός
κλεῖστρον
κλειτός
κλείω
κλείω
Κλειώ
κλέμμα
κλέος
κλεπτέος
κλέπτης
κλεπτικός
View word page
κλειστός
κλειστός that can be shut or closed, Od., Thuc.

ShortDef

that can be shut

Debugging

Headword:
κλειστός
Headword (normalized):
κλειστός
Headword (normalized/stripped):
κλειστος
IDX:
18046
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18064
Key:
kleisto/s

Data

{'content': 'κλειστός\n that can be shut or closed, Od., Thuc.', 'key': 'kleisto/s'}