Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κλαγγηδόν
κλαγγή
κλαγερός
κλάδιον
κλάδος
κλάζω
κλάϊστρον
κλαίω
κλαμβός
κλᾴξ
κλασιβῶλαξ
κλάσις
κλάσμα
κλαστάζω
κλαστός
κλαυθμός
κλαυθμυρίζω
κλαυθμυρισμός
κλαῦμα
κλαυσιάω
κλαυσίγελως
View word page
κλασιβῶλαξ
κλασιβῶλαξ κλᾰσῐ-βῶλαξ, ακος, κλάω breaking clods, Anth.

ShortDef

breaking clods

Debugging

Headword:
κλασιβῶλαξ
Headword (normalized):
κλασιβῶλαξ
Headword (normalized/stripped):
κλασιβωλαξ
IDX:
18023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18041
Key:
klasibw=lac

Data

{'content': 'κλασιβῶλαξ\n κλᾰσῐ-βῶλαξ, ακος,\n κλάω\n breaking clods, Anth.', 'key': 'klasibw=lac'}