Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κιρκόω
κιρνάω
κίσηρις
κίς
κίσσα
κισσάω
κισσήρης
κίσσηρις
κίσσινος
Κίσσιος
κισσοκόμης
κισσοποίητος
κισσός
κισσοστέφανος
κισσοστεφής
κισσοφορέω
κισσοφόρος
κισσόω
κισσύβιον
κισσωτός
κίστη
View word page
κισσοκόμης
κισσοκόμης κισσο-κόμης, ου, κόμη ivy-crowned, Hhymn.
ShortDef
ivy-crowned
Debugging
Headword:
κισσοκόμης
Headword (normalized):
κισσοκόμης
Headword (normalized/stripped):
κισσοκομης
IDX:
17992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18010
Key:
kissoko/mhs
Data
{'content': 'κισσοκόμης\n κισσο-κόμης, ου,\n κόμη\n ivy-crowned, Hhymn.', 'key': 'kissoko/mhs'}