Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κίνυγμα
κίνυμαι
κινύρομαι
κινυρός
κινύσσομαι
κιόκρανον
Κίρκη
κίρκος
κιρκόω
κιρνάω
κίσηρις
κίς
κίσσα
κισσάω
κισσήρης
κίσσηρις
κίσσινος
Κίσσιος
κισσοκόμης
κισσοποίητος
κισσός
View word page
κίσηρις
κίσηρις κί_σηρις, εως the pumice-stone, Lat. pumex, Arist., Luc. deriv. uncertain

ShortDef

the pumice-stone

Debugging

Headword:
κίσηρις
Headword (normalized):
κίσηρις
Headword (normalized/stripped):
κισηρις
IDX:
17984
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n18002
Key:
ki/shris

Data

{'content': 'κίσηρις\n κί_σηρις, εως\n the pumice-stone, Lat. pumex, Arist., Luc.\n deriv. uncertain', 'key': 'ki/shris'}