Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κιθάρισις
κιθάρισμα
κίθαρις
κιθαριστής
κιθαριστικός
κιθαριστύς
κιθαρῳδέω
κιθαρῳδία
κιθαρῳδικός
κιθαρῳδός
κίκιννος
κίκι
κικκαβαῦ
κικλήσκω
Κίκυννα
κῖκυς
κίκω
Κίλιξ
κιλλίβας
κίλλος
κίμβιξ
View word page
κίκιννος
κίκιννος κίκιννος (κῐκ), ὁ, a ringlet, Lat. cincinnus, Ar., Theocr.
ShortDef
a ringlet
Debugging
Headword:
κίκιννος
Headword (normalized):
κίκιννος
Headword (normalized/stripped):
κικιννος
IDX:
17939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17957
Key:
ki/kinnos
Data
{'content': 'κίκιννος\n κίκιννος (κῐκ), ὁ,\n a ringlet, Lat. cincinnus, Ar., Theocr.', 'key': 'ki/kinnos'}