Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κιθαρίζω
κιθάρισις
κιθάρισμα
κίθαρις
κιθαριστής
κιθαριστικός
κιθαριστύς
κιθαρῳδέω
κιθαρῳδία
κιθαρῳδικός
κιθαρῳδός
κίκιννος
κίκι
κικκαβαῦ
κικλήσκω
Κίκυννα
κῖκυς
κίκω
Κίλιξ
κιλλίβας
κίλλος
View word page
κιθαρῳδός
κιθαρῳδός κῐθᾰρ-ῳδός, οῦ, κιθάρα, ἀοιδός one who plays and sings to the cithara, a harper, Hdt., Plat., etc.
ShortDef
one who plays and sings to the cithara, a harper
Debugging
Headword:
κιθαρῳδός
Headword (normalized):
κιθαρῳδός
Headword (normalized/stripped):
κιθαρωδος
IDX:
17938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17956
Key:
kiqarw|do/s
Data
{'content': 'κιθαρῳδός\n κῐθᾰρ-ῳδός, οῦ,\n κιθάρα, ἀοιδός\n one who plays and sings to the cithara, a harper, Hdt., Plat., etc.', 'key': 'kiqarw|do/s'}