Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κίβδηλος
κίβδος
κίβισις
κιβώτιον
κιβωτός
κιγκλίζω
κιγκλίς
κίγκλος
κίδναμαι
κιθάρα
κιθαρίζω
κιθάρισις
κιθάρισμα
κίθαρις
κιθαριστής
κιθαριστικός
κιθαριστύς
κιθαρῳδέω
κιθαρῳδία
κιθαρῳδικός
κιθαρῳδός
View word page
κιθαρίζω
κιθαρίζω κῐθᾰρίζω, κίθαρις to play the cithara, φόρμιγγι κιθάριζε Il., Hes.; λύρῃ ἐρατὸν κιθαρίζων Hhymn. (so that there can have been no great difference between the κιθάρα, λύρα, and φόρμιγξ) ; κιθαρίζειν οὐκ ἐπίσταται, of an uneducated person, Ar.

ShortDef

to play the cithara

Debugging

Headword:
κιθαρίζω
Headword (normalized):
κιθαρίζω
Headword (normalized/stripped):
κιθαριζω
IDX:
17928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17946
Key:
kiqari/zw

Data

{'content': 'κιθαρίζω\n κῐθᾰρίζω,\n κίθαρις\n to play the cithara, φόρμιγγι κιθάριζε Il., Hes.; λύρῃ ἐρατὸν κιθαρίζων Hhymn. (so that there can have been no great difference between the κιθάρα, λύρα, and φόρμιγξ) ; κιθαρίζειν οὐκ ἐπίσταται, of an uneducated person, Ar.', 'key': 'kiqari/zw'}