Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κιβδηλεύω
κιβδηλία
κίβδηλος
κίβδος
κίβισις
κιβώτιον
κιβωτός
κιγκλίζω
κιγκλίς
κίγκλος
κίδναμαι
κιθάρα
κιθαρίζω
κιθάρισις
κιθάρισμα
κίθαρις
κιθαριστής
κιθαριστικός
κιθαριστύς
κιθαρῳδέω
κιθαρῳδία
View word page
κίδναμαι
κίδναμαι . = σκεδάννυμαι pass., only in pres. and imperf. to be spread abroad or over, of the dawning day, Il.; ὕπνος ἐπʼ ὄσσοις κ. Eur.

ShortDef

to be spread abroad

Debugging

Headword:
κίδναμαι
Headword (normalized):
κίδναμαι
Headword (normalized/stripped):
κιδναμαι
IDX:
17926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17944
Key:
ki/dnamai

Data

{'content': 'κίδναμαι\n . = σκεδάννυμαι\n pass., only in pres. and imperf.\n to be spread abroad or over, of the dawning day, Il.; ὕπνος ἐπʼ ὄσσοις κ. Eur.', 'key': 'ki/dnamai'}