Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κῆρυξ
κηρύσσω
κήτειος
κῆτος
κητοφόνος
κητώεις
κηφήν
κηφηνώδης
Κηφισός
κηώδης
κηώεις
κιβδηλεύω
κιβδηλία
κίβδηλος
κίβδος
κίβισις
κιβώτιον
κιβωτός
κιγκλίζω
κιγκλίς
κίγκλος
View word page
κηώεις
κηώεις κηώεις, εσσα, εν = κηώδης, Il.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
κηώεις
Headword (normalized):
κηώεις
Headword (normalized/stripped):
κηωεις
IDX:
17915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17933
Key:
khw/eis

Data

{'content': 'κηώεις\n κηώεις, εσσα, εν\n = κηώδης, Il.', 'key': 'khw/eis'}