Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κέντρων
κεντυρίων
κέντωρ
κένωσις
κέπφος
κεραία
κεραΐζω
κεραϊστής
κεραίω
κεραμεία
Κεραμεικός
κεραμεῖον
Κεραμεῖς
κεραμεοῦς
κεραμεύς
κεραμεύω
κεραμικός
κεράμινος
κεράμιον
κεραμίς
κέραμος
View word page
Κεραμεικός
Κεραμεικός Κερᾰμεικός, οῦ, κέραμος the potterʼs quarter: in Athens two places were called Cerameicus, one within and the other without the Dipylon or Thriasian Gate, Thuc., etc.

ShortDef

of or for a potter
the Potters’ Quarter in Athens; (adj.) of Ceramus, in Caria

Debugging

Headword:
Κεραμεικός
Headword (normalized):
κεραμεικός
Headword (normalized/stripped):
κεραμεικος
IDX:
17741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17759
Key:
*kerameiko/s

Data

{'content': 'Κεραμεικός\n Κερᾰμεικός, οῦ,\n κέραμος\n the potterʼs quarter: in Athens two places were called Cerameicus, one within and the other without the Dipylon or Thriasian Gate, Thuc., etc.', 'key': '*kerameiko/s'}