Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κατερικτός
κατερυκάνω
κατερύκω
κατερύω
κατέρχομαι
κἀτέρωτα
κατεσθίω
κατέσθω
κάτευγμα
κατευημερέω
κατευθύ
κατευθύνω
κατευνάζω
κατευναστής
κατευνάω
κατευορκέω
κατευστοχέω
κατευτρεπίζω
κατευτυχέω
κατευφημέω
κατευχή
View word page
κατευθύ
κατευθύ straight forward, Xen.
ShortDef
straight forward
Debugging
Headword:
κατευθύ
Headword (normalized):
κατευθύ
Headword (normalized/stripped):
κατευθυ
IDX:
17483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17500
Key:
kateuqu/
Data
{'content': 'κατευθύ\n straight forward, Xen.', 'key': 'kateuqu/'}