Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἁγιστεία
ἁγιστεύω
ἁγιωσύνη
ἀγκάζομαι
ἄγκαθεν
ἀγκάλη
ἀγκαλίζομαι
ἀγκάλισμα
ἄγκαλος
ἀγκάς
ἀγκίστριον
ἀγκιστρόδετος
ἄγκιστρον
ἀγκιστρόομαι
ἀγκοίνη
ἄγκος
ἀγκύλη
ἀγκύλιον
ἀγκυλογλώχιν
ἀγκυλόδους
ἀγκυλομήτης
View word page
ἀγκίστριον
ἀγκίστριον Dim. of ἄγκιστρον a fish-hook, Theocr.

ShortDef

a fish-hook

Debugging

Headword:
ἀγκίστριον
Headword (normalized):
ἀγκίστριον
Headword (normalized/stripped):
αγκιστριον
IDX:
175
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n175
Key:
a)gki/strion

Data

{'content': 'ἀγκίστριον\n Dim. of ἄγκιστρον\n a fish-hook, Theocr.', 'key': 'a)gki/strion'}