Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀμεμφία
ἀμενηνός
ἀμενηνόω
ἀμέργω
ἀμέρδω
ἀμερής
ἀμέριμνος
ἀμετακίνητος
ἀμεταμέλητος
ἀμετανόητος
ἀμετάστατος
ἀμεταστρεπτί
ἀμετάστρεπτος
ἀμετάστροφος
ἀμέτοχος
ἀμέτρητος
ἀμετρία
ἀμετρόβιος
ἀμετροεπής
ἀμετροπότης
ἄμετρος
View word page
ἀμετάστατος
ἀμετάστατος μεθίστημι not to be transposed, unchangeable, unchanging, Plat. not to be got rid of or put away, Plat.
ShortDef
not to be transposed, unchangeable, unchanging
Debugging
Headword:
ἀμετάστατος
Headword (normalized):
ἀμετάστατος
Headword (normalized/stripped):
αμεταστατος
IDX:
1742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1742
Key:
a)meta/statos
Data
{'content': 'ἀμετάστατος\n μεθίστημι\n not to be transposed, unchangeable, unchanging, Plat.\n not to be got rid of or put away, Plat.', 'key': 'a)meta/statos'}