Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κατάφωρος
καταφωτίζω
καταχαίρω
καταχαλαζάω
κατάχαλκος
καταχαλκόω
καταχαρίζομαι
κατάχαρμα
καταχέζω
καταχειροτονέω
καταχειροτονία
καταχέω
καταχήνη
καταχηρεύω
καταχής
καταχθόνιος
καταχορδεύω
καταχορηγέω
καταχραίνω
καταχράομαι
καταχρειόομαι
View word page
καταχειροτονία
καταχειροτονία from καταχειροτονέω καταχειροτονία, ἡ, a vote of condemnation, Dem.

ShortDef

a vote of condemnation

Debugging

Headword:
καταχειροτονία
Headword (normalized):
καταχειροτονία
Headword (normalized/stripped):
καταχειροτονια
IDX:
17403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17419
Key:
kataxeirotoni/a

Data

{'content': 'καταχειροτονία\n from καταχειροτονέω\n καταχειροτονία, ἡ,\n a vote of condemnation, Dem.', 'key': 'kataxeirotoni/a'}