Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἄμεμπτος
ἀμεμφία
ἀμενηνός
ἀμενηνόω
ἀμέργω
ἀμέρδω
ἀμερής
ἀμέριμνος
ἀμετακίνητος
ἀμεταμέλητος
ἀμετανόητος
ἀμετάστατος
ἀμεταστρεπτί
ἀμετάστρεπτος
ἀμετάστροφος
ἀμέτοχος
ἀμέτρητος
ἀμετρία
ἀμετρόβιος
ἀμετροεπής
ἀμετροπότης
View word page
ἀμετανόητος
ἀμετανόητος not to be repented of, Luc. act. unrepentant, NTest.

ShortDef

not to be repented of/regretted

Debugging

Headword:
ἀμετανόητος
Headword (normalized):
ἀμετανόητος
Headword (normalized/stripped):
αμετανοητος
IDX:
1741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1741
Key:
a)metano/htos

Data

{'content': 'ἀμετανόητος\n not to be repented of, Luc.\n act. unrepentant, NTest.', 'key': 'a)metano/htos'}