Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καταφαίνω
καταφανής
καταφαρμακεύω
καταφαρμάσσω
καταφατίζω
καταφαυλίζω
καταφερής
καταφέρω
καταφεύγω
καταφευκτέος
κατάφευξις
κατάφημι
καταφημίζω
καταφθατέομαι
καταφθείρω
καταφθινύθω
καταφθίνω
καταφθορά
καταφίημι
καταφιλέω
καταφλέγω
View word page
κατάφευξις
κατάφευξις κατάφευξις, εως from καταφεύγω flight for refuge, Thuc. a place of refuge, Thuc.

ShortDef

flight for refuge

Debugging

Headword:
κατάφευξις
Headword (normalized):
κατάφευξις
Headword (normalized/stripped):
καταφευξις
IDX:
17360
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17376
Key:
kata/feucis

Data

{'content': 'κατάφευξις\n κατάφευξις, εως\n from καταφεύγω\n flight for refuge, Thuc.\n a place of refuge, Thuc.', 'key': 'kata/feucis'}