Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καταπαύω
καταπεδάω
καταπείθω
καταπειλέω
κατά
καταπειρατηρία
καταπελτάζω
καταπεμπτέος
καταπέμπω
καταπενθέω
καταπέρδομαι
καταπέσσω
καταπετάννυμι
καταπέτασμα
καταπέτομαι
καταπετρόω
καταπεφρονηκότως
καταπήγνυμι
καταπηδάω
καταπίμπλημι
καταπίμπρημι
View word page
καταπέρδομαι
καταπέρδομαι aor2 κατέπαρδον to break wind at, τινός Ar.

ShortDef

break wind at

Debugging

Headword:
καταπέρδομαι
Headword (normalized):
καταπέρδομαι
Headword (normalized/stripped):
καταπερδομαι
IDX:
17134
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17150
Key:
katape/rdw

Data

{'content': 'καταπέρδομαι\n aor2 κατέπαρδον\n to break wind at, τινός Ar.', 'key': 'katape/rdw'}