Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κατάνυξις
κατανύσσω
κατανύω
καταξαίνω
καταξενόομαι
κατάξιος
καταξιόω
κατᾴορος
καταπαίζω
καταπακτός
καταπαλαίω
καταπάλλομαι
καταπάσσω
κατάπαστος
καταπατέω
κατάπαυμα
κατάπαυσις
καταπαύω
καταπεδάω
καταπείθω
καταπειλέω
View word page
καταπαλαίω
καταπαλαίω fut. σω to throw in wrestling, Ar.: metaph. to overthrow, Eur., Plat.

ShortDef

to throw in wrestling

Debugging

Headword:
καταπαλαίω
Headword (normalized):
καταπαλαίω
Headword (normalized/stripped):
καταπαλαιω
IDX:
17117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17133
Key:
katapalai/w

Data

{'content': 'καταπαλαίω\n fut. σω\n to throw in wrestling, Ar.: metaph. to overthrow, Eur., Plat.', 'key': 'katapalai/w'}