Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καταντίον
καταντιπέρας
καταντλέω
κατάνυξις
κατανύσσω
κατανύω
καταξαίνω
καταξενόομαι
κατάξιος
καταξιόω
κατᾴορος
καταπαίζω
καταπακτός
καταπαλαίω
καταπάλλομαι
καταπάσσω
κατάπαστος
καταπατέω
κατάπαυμα
κατάπαυσις
καταπαύω
View word page
κατᾴορος
κατᾴορος κατᾴορος, ον Doric for κατῄορος.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
κατᾴορος
Headword (normalized):
κατᾴορος
Headword (normalized/stripped):
καταορος
IDX:
17114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17130
Key:
kata/|oros
Data
{'content': 'κατᾴορος\n κατᾴορος, ον\n Doric for κατῄορος.', 'key': 'kata/|oros'}