Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κατάντηστιν
καταντικρύ
καταντίον
καταντιπέρας
καταντλέω
κατάνυξις
κατανύσσω
κατανύω
καταξαίνω
καταξενόομαι
κατάξιος
καταξιόω
κατᾴορος
καταπαίζω
καταπακτός
καταπαλαίω
καταπάλλομαι
καταπάσσω
κατάπαστος
καταπατέω
κατάπαυμα
View word page
κατάξιος
κατάξιος quite or very worthy of, c. gen., Soph.; absol., Eur. adv. -ίως, Eur.
ShortDef
quite worthy, very worthy
Debugging
Headword:
κατάξιος
Headword (normalized):
κατάξιος
Headword (normalized/stripped):
καταξιος
IDX:
17112
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17128
Key:
kata/cios
Data
{'content': 'κατάξιος\n quite or very worthy of, c. gen., Soph.; absol., Eur. adv. -ίως, Eur.', 'key': 'kata/cios'}