Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀμβλήδην
ἀμβλίσκω
ἀμβλύνω
ἀμβλύς
ἀμβλύτης
ἀμβλυωπέω
ἀμβλυωπία
ἀμβλυώσσω
ἀμβλωπός
ἀμβολάδην
ἀμβολά
ἀμβολάς
ἀμβολιεργός
ἀμβροσία
ἀμβρόσιος
ἀμβροτόπωλος
ἄμβροτος
ἀμέγαρτος
ἀμεθύστινος
ἀμέθυστος
ἀμείβω
View word page
ἀμβολά
ἀμβολά poetic for ἀναβολή
ShortDef
poet. > ἀναβολή
Debugging
Headword:
ἀμβολά
Headword (normalized):
ἀμβολά
Headword (normalized/stripped):
αμβολα
IDX:
1705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n1705
Key:
a)mbola/
Data
{'content': 'ἀμβολά\n poetic for ἀναβολή', 'key': 'a)mbola/'}