Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καταλαμπτέος
καταλάμπω
καταλγέω
καταλέγω
καταλείβω
κατάλειπτος
καταλείπω
καταλειτουργέω
κατάλειψις
καταλεπτολογέω
καταλεύω
καταλέω
καταλήγω
καταλήθομαι
καταληπτέος
καταληπτικός
καταληπτός
κατάληψις
καταλιθάζω
καταλιθόω
καταλιμνάζω
View word page
καταλεύω
καταλεύω fut. σω to stone to death, Hdt., Ar., etc.
ShortDef
to stone to death
[lexical cite]
Debugging
Headword:
καταλεύω
Headword (normalized):
καταλεύω
Headword (normalized/stripped):
καταλευω
IDX:
17015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17031
Key:
kataleu/w
Data
{'content': 'καταλεύω\n fut. σω\n to stone to death, Hdt., Ar., etc.', 'key': 'kataleu/w'}