Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κατάκριμα
κατακρίνω
κατακρύπτω
κατακρυφή
κατακρώζω
κατακτάομαι
κατακτείνω
κατακτός
κατακυβεύω
κατακυκλόω
κατακυλίνδω
κατακύπτω
κατακυριεύω
κατακυρόω
κατακωλύω
κατακωμάζω
καταλαζονεύομαι
καταλαλέω
καταλαλιά
κατάλαλος
καταλαμβάνω
View word page
κατακυλίνδω
κατακυλίνδω or -κυλίω fut. -κυλίσω aor2 pass. -εκυλίσθην to roll down:—Pass. to be rolled down or thrown off, Hdt., Xen.

ShortDef

to roll down

Debugging

Headword:
κατακυλίνδω
Headword (normalized):
κατακυλίνδω
Headword (normalized/stripped):
κατακυλινδω
IDX:
16994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n17010
Key:
katakuli/ndw

Data

{'content': 'κατακυλίνδω\n or -κυλίω\n fut. -κυλίσω\n aor2 pass. -εκυλίσθην\n to roll down:—Pass. to be rolled down or thrown off, Hdt., Xen.', 'key': 'katakuli/ndw'}