Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καταθνῄσκω
καταθνητός
καταθορυβέω
καταθραύω
καταθρηνέω
καταθρῴσκω
καταθυμέω
καταθύμιος
καταθύω
καταθωρακίζομαι
καταίβασις
καταιβάτης
καταιβατός
καταιγίζω
καταιδέομαι
καταιθαλόω
καταιθύσσω
καταίθω
καταικίζω
καταίνεσις
καταινέω
View word page
καταίβασις
καταίβασις καταί-βᾰσις, εως poet. for κατάβασις, Anth.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
καταίβασις
Headword (normalized):
καταίβασις
Headword (normalized/stripped):
καταιβασις
IDX:
16907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16923
Key:
katai/basis
Data
{'content': 'καταίβασις\n καταί-βᾰσις, εως\n poet. for κατάβασις, Anth.', 'key': 'katai/basis'}