Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καταζαίνω
καταζάω
καταζεύγνυμι
κατάζευξις
καταζώννυμι
καταθαμβέομαι
καταθάπτω
καταθαρσύνω
καταθεάομαι
καταθέλγω
κατάθελξις
καταθεματίζω
καταθέω
καταθεωρέω
καταθήγω
καταθηλύνω
καταθλέω
καταθλίβω
καταθνῄσκω
καταθνητός
καταθορυβέω
View word page
κατάθελξις
κατάθελξις from καταθέλγω κατάθελξις, εως enchantment, Luc.

ShortDef

enchantment

Debugging

Headword:
κατάθελξις
Headword (normalized):
κατάθελξις
Headword (normalized/stripped):
καταθελξις
IDX:
16889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16905
Key:
kata/qelcis

Data

{'content': 'κατάθελξις\n from καταθέλγω\n κατάθελξις, εως\n enchantment, Luc.', 'key': 'kata/qelcis'}