Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καταγλωττίζω
κάταγμα
καταγνάμπτω
καταγνάφω
κατάγνυμι
κατάγνωσις
καταγνωστέος
καταγοητεύω
καταγοράζω
καταγορεύω
κατάγραφος
καταγράφω
καταγυμνάζω
κατάγω
καταγωγή
καταγώγιον
καταγωνίζομαι
καταδαίνυμαι
καταδάκνω
καταδακρύω
καταδαμάζω
View word page
κατάγραφος
κατάγραφος κατάγρᾰφος, ον embroidered, Luc. from κᾰταγράφω

ShortDef

embroidered

Debugging

Headword:
κατάγραφος
Headword (normalized):
κατάγραφος
Headword (normalized/stripped):
καταγραφος
IDX:
16824
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16840
Key:
kata/grafos

Data

{'content': 'κατάγραφος\n κατάγρᾰφος, ον\n embroidered, Luc.\n from κᾰταγράφω', 'key': 'kata/grafos'}