Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καταγέλαστος
καταγελάω
κατάγελως
καταγηράσκω
καταγίγνομαι
καταγιγνώσκω
καταγινέω
καταγλαΐζω
καταγλωττίζω
κάταγμα
καταγνάμπτω
καταγνάφω
κατάγνυμι
κατάγνωσις
καταγνωστέος
καταγοητεύω
καταγοράζω
καταγορεύω
κατάγραφος
καταγράφω
καταγυμνάζω
View word page
καταγνάμπτω
καταγνάμπτω fut. ψω to bend down, Anth.

ShortDef

to bend down

Debugging

Headword:
καταγνάμπτω
Headword (normalized):
καταγνάμπτω
Headword (normalized/stripped):
καταγναμπτω
IDX:
16816
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16832
Key:
katagna/mptw

Data

{'content': 'καταγνάμπτω\n fut. ψω\n to bend down, Anth.', 'key': 'katagna/mptw'}