Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καταβραβεύω
καταβρέχω
καταβρίθω
καταβροχθίζω
καταβρύκω
καταβυρσόω
κατάγαιος
καταγγελεύς
καταγγελία
καταγγέλλω
κατάγγελτος
κατάγειος
Καταγέλα
καταγέλαστος
καταγελάω
κατάγελως
καταγηράσκω
καταγίγνομαι
καταγιγνώσκω
καταγινέω
καταγλαΐζω
View word page
κατάγγελτος
κατάγγελτος from καταγγέλλω κατάγγελτος, ον denounced, betrayed, Thuc.
ShortDef
denounced, betrayed
Debugging
Headword:
κατάγγελτος
Headword (normalized):
κατάγγελτος
Headword (normalized/stripped):
καταγγελτος
IDX:
16803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16819
Key:
kata/ggeltos
Data
{'content': 'κατάγγελτος\n from καταγγέλλω\n κατάγγελτος, ον\n denounced, betrayed, Thuc.', 'key': 'kata/ggeltos'}