Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Κασσιτερίδες
κασσίτερος
κάσσυμα
κασσύω
Κασταλία
Καστόρειος
καστορίδες
Κάστωρ
κάστωρ
καταβάδην
καταβαθμός
καταβαίνω
καταβακχιόομαι
καταβάλλω
καταβάπτω
καταβαρέω
κατάβασις
καταβασμός
καταβατέον
καταβαΰζω
καταβεβαιόομαι
View word page
καταβαθμός
καταβαθμός a descent, name of the steep descent from Nubia to Egypt, Aesch.

ShortDef

descent, Catabathmus

Debugging

Headword:
καταβαθμός
Headword (normalized):
καταβαθμός
Headword (normalized/stripped):
καταβαθμος
IDX:
16765
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16781
Key:
katabaqmo/s

Data

{'content': 'καταβαθμός\n a descent, name of the steep descent from Nubia to Egypt, Aesch.', 'key': 'katabaqmo/s'}