Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καρχαλέος
καρχαρόδους
καρχαρόδων
κάρχαρος
Καρχηδονίζω
Καρχηδών
καρχήσιον
κασαλβάζω
κασαλβάς
κασῆς
κασία
κασιγνήτη
κασίγνητος
κάσις
Κασσιτερίδες
κασσίτερος
κάσσυμα
κασσύω
Κασταλία
Καστόρειος
καστορίδες
View word page
κασία
κασία κᾰσία, ἡ, cassia, an Arabian spice like cinnamon, but of inferior quality, Hdt. A foreign word.
ShortDef
cassia
Debugging
Headword:
κασία
Headword (normalized):
κασία
Headword (normalized/stripped):
κασια
IDX:
16751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16767
Key:
kasi/a
Data
{'content': 'κασία\n κᾰσία, ἡ,\n cassia, an Arabian spice like cinnamon, but of inferior quality, Hdt.\n A foreign word.', 'key': 'kasi/a'}