Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καμπύλος
καμψίπους
κανάβινος
κάναβος
κάναθρον
κάναστρον
καναχέω
καναχηδά
καναχή
καναχής
καναχίζω
κάνδυς
κάνεον
κάνης
κανηφορέω
κανηφορία
κανηφόρος
κάνθαρος
κανθήλια
κανθήλιος
κάνθων
View word page
καναχίζω
καναχίζω κᾰνᾰχίζω, only in imperf. = καναχέω, to ring, Hom.

ShortDef

to ring

Debugging

Headword:
καναχίζω
Headword (normalized):
καναχίζω
Headword (normalized/stripped):
καναχιζω
IDX:
16618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16634
Key:
kanaxi/zw

Data

{'content': 'καναχίζω\n κᾰνᾰχίζω,\n only in imperf.\n = καναχέω,\n to ring, Hom.', 'key': 'kanaxi/zw'}