Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καμπή
κάμπιμος
καμπτήρ
κάμπτω
καμπύλος
καμψίπους
κανάβινος
κάναβος
κάναθρον
κάναστρον
καναχέω
καναχηδά
καναχή
καναχής
καναχίζω
κάνδυς
κάνεον
κάνης
κανηφορέω
κανηφορία
κανηφόρος
View word page
καναχέω
καναχέω κᾰνᾰχέω, to ring, clash, clang, of metal, Od. from κᾰνᾰχή

ShortDef

to ring, clash, clang

Debugging

Headword:
καναχέω
Headword (normalized):
καναχέω
Headword (normalized/stripped):
καναχεω
IDX:
16614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16630
Key:
kanaxe/w

Data

{'content': 'καναχέω\n κᾰνᾰχέω,\n to ring, clash, clang, of metal, Od.\n from κᾰνᾰχή', 'key': 'kanaxe/w'}