Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Καλλιστώ
καλλίσφυρος
καλλίτεκνος
καλλιτεχνία
καλλίτοξος
καλλιφεγγής
καλλίφθογγος
καλλίφλοξ
καλλιφωνία
καλλίφωνος
καλλίχορος
καλλίων
καλλονή
κάλλος
καλλοσύνη
κάλλυντρον
καλλύνω
καλλωπίζω
καλλώπισμα
καλλωπισμός
καλοδιδάσκαλος
View word page
καλλίχορος
καλλίχορος καλλί-χορος, ον I, Epic for καλλίχωρος, II from χόρος with beautiful places, as εὐρύχορος for εὐρύχωρος, epith. of large cities, Od., Pind. of or for beautiful dances, Eur., Ar.:— ὁ κ. a spring near Eleusis, the fount of goodly dances, Hhymn., Eur. beautiful in the dance, of Apollo, Eur.

ShortDef

with beautiful places

Debugging

Headword:
καλλίχορος
Headword (normalized):
καλλίχορος
Headword (normalized/stripped):
καλλιχορος
IDX:
16553
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16569
Key:
kalli/xoros

Data

{'content': 'καλλίχορος\n καλλί-χορος, ον\n I, Epic for καλλίχωρος, II from χόρος\n with beautiful places, as εὐρύχορος for εὐρύχωρος, epith. of large cities, Od., Pind.\n of or for beautiful dances, Eur., Ar.:— ὁ κ. a spring near Eleusis, the fount of goodly dances, Hhymn., Eur.\n beautiful in the dance, of Apollo, Eur.', 'key': 'kalli/xoros'}