Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καλλιρρημοσύνη
καλλιρρήμων
καλλίρροος
καλλιστάδιος
καλλιστεῖον
καλλίστευμα
καλλιστεύω
καλλιστέφανος
κάλλιστος
Καλλιστώ
καλλίσφυρος
καλλίτεκνος
καλλιτεχνία
καλλίτοξος
καλλιφεγγής
καλλίφθογγος
καλλίφλοξ
καλλιφωνία
καλλίφωνος
καλλίχορος
καλλίων
View word page
καλλίσφυρος
καλλίσφυρος καλλίσφῠρος, ὁ, ἡ, σφυρόν beautiful-ankled, Hom.

ShortDef

beautiful-ankled

Debugging

Headword:
καλλίσφυρος
Headword (normalized):
καλλίσφυρος
Headword (normalized/stripped):
καλλισφυρος
IDX:
16544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16560
Key:
kalli/sfuros

Data

{'content': 'καλλίσφυρος\n καλλίσφῠρος, ὁ, ἡ,\n σφυρόν\n beautiful-ankled, Hom.', 'key': 'kalli/sfuros'}