Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καλλίροος
καλλιρρημοσύνη
καλλιρρήμων
καλλίρροος
καλλιστάδιος
καλλιστεῖον
καλλίστευμα
καλλιστεύω
καλλιστέφανος
κάλλιστος
Καλλιστώ
καλλίσφυρος
καλλίτεκνος
καλλιτεχνία
καλλίτοξος
καλλιφεγγής
καλλίφθογγος
καλλίφλοξ
καλλιφωνία
καλλίφωνος
καλλίχορος
View word page
Καλλιστώ
Καλλιστώ most-beautiful, daughter of Lycaon, Eur. in voc. Καλλιστοῖ.
ShortDef
Callisto, ‘most-beautiful’
Debugging
Headword:
Καλλιστώ
Headword (normalized):
καλλιστώ
Headword (normalized/stripped):
καλλιστω
IDX:
16543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16559
Key:
*kallistw/
Data
{'content': 'Καλλιστώ\n most-beautiful, daughter of Lycaon, Eur.\n in voc. Καλλιστοῖ.', 'key': '*kallistw/'}