Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

καλλίπλουτος
καλλίπολις
καλλιπόταμος
καλλίπρῳρος
καλλίπυλος
καλλίπυργος
καλλιπύργωτος
καλλίπωλος
καλλιρέεθρος
καλλιρέω
καλλίροος
καλλιρρημοσύνη
καλλιρρήμων
καλλίρροος
καλλιστάδιος
καλλιστεῖον
καλλίστευμα
καλλιστεύω
καλλιστέφανος
κάλλιστος
Καλλιστώ
View word page
καλλίροος
καλλίροος καλλίρους, ουν poet. for καλλίρροος.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καλλίροος
Headword (normalized):
καλλίροος
Headword (normalized/stripped):
καλλιροος
IDX:
16533
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16548
Key:
kalli/rous

Data

{'content': 'καλλίροος\n καλλίρους, ουν\n poet. for καλλίρροος.', 'key': 'kalli/rous'}