Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καλάμη
καλαμητομία
καλαμηφάγος
καλαμηφόρος
καλάμινος
καλαμίσκος
καλαμίς
καλαμῖτις
καλαμόεις
κάλαμος
καλαμοστεφής
καλαμόφθογγος
καλαμώδης
καλάπους
καλάσιρις
καλαῦροψ
καλέω
καλήμερος
καλήτωρ
καλιά
καλιάς
View word page
καλαμοστεφής
καλαμοστεφής κᾰλᾰμο-στεφής, ές στέφω covered with reed, Batr.
ShortDef
covered with reed
Debugging
Headword:
καλαμοστεφής
Headword (normalized):
καλαμοστεφής
Headword (normalized/stripped):
καλαμοστεφης
IDX:
16470
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16485
Key:
kalamostefh/s
Data
{'content': 'καλαμοστεφής\n κᾰλᾰμο-στεφής, ές\n στέφω\n covered with reed, Batr.', 'key': 'kalamostefh/s'}