Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κάλαϊς
καλαμαία
καλαμευτής
καλάμη
καλαμητομία
καλαμηφάγος
καλαμηφόρος
καλάμινος
καλαμίσκος
καλαμίς
καλαμῖτις
καλαμόεις
κάλαμος
καλαμοστεφής
καλαμόφθογγος
καλαμώδης
καλάπους
καλάσιρις
καλαῦροψ
καλέω
καλήμερος
View word page
καλαμῖτις
καλαμῖτις καλαμῖτις, ιδος = καλαμαία, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
καλαμῖτις
Headword (normalized):
καλαμῖτις
Headword (normalized/stripped):
καλαμιτις
IDX:
16467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16482
Key:
kalami=tis

Data

{'content': 'καλαμῖτις\n καλαμῖτις, ιδος\n = καλαμαία, Anth.', 'key': 'kalami=tis'}