Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κακουργέω
κακούργημα
κακουργία
κακουργικός
κακοῦργος
κακουχία
κακόφατις
κακοφραδής
κακοφραδία
κακοφρονέω
κακόφρων
κακοφυής
κακόχαρτος
κακοχρήσμων
κακόψογος
κακόω
κακύνω
κακχύδην
κάκωσις
καλαθίσκος
κάλαθος
View word page
κακόφρων
κακόφρων φρήν ill-minded, malicious, malignant, Aesch., Eur. imprudent, thoughtless, heedless, Soph., Eur.

ShortDef

ill-minded, malicious, malignant

Debugging

Headword:
κακόφρων
Headword (normalized):
κακόφρων
Headword (normalized/stripped):
κακοφρων
IDX:
16445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16459
Key:
kako/frwn

Data

{'content': 'κακόφρων\n φρήν\n ill-minded, malicious, malignant, Aesch., Eur.\n imprudent, thoughtless, heedless, Soph., Eur.', 'key': 'kako/frwn'}