Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κακοσκελής
κακοσκήνης
κάκοσμος
κακός
κακόσπλαγχνος
κακοσπορία
κακοστόμαχος
κακοστομέω
κακόστομος
κακόστρωτος
κακοσύνθετος
κακόσχολος
κακοτεχνέω
κακοτεχνής
κακοτεχνία
κακότεχνος
κακότης
κακοτροπία
κακότροπος
κακοτυχέω
κακοτυχής
View word page
κακοσύνθετος
κακοσύνθετος κᾰκο-σύνθετος, ον ill put together, Luc.
ShortDef
ill put together
Debugging
Headword:
κακοσύνθετος
Headword (normalized):
κακοσύνθετος
Headword (normalized/stripped):
κακοσυνθετος
IDX:
16424
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16438
Key:
kakosu/nqetos
Data
{'content': 'κακοσύνθετος\n κᾰκο-σύνθετος, ον\n ill put together, Luc.', 'key': 'kakosu/nqetos'}