Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κακοπράγμων
κακορραφία
κακορρήμων
κακορροθέω
κακόρρυπος
κακόσιτος
κακοσκελής
κακοσκήνης
κάκοσμος
κακός
κακόσπλαγχνος
κακοσπορία
κακοστόμαχος
κακοστομέω
κακόστομος
κακόστρωτος
κακοσύνθετος
κακόσχολος
κακοτεχνέω
κακοτεχνής
κακοτεχνία
View word page
κακόσπλαγχνος
κακόσπλαγχνος κᾰκό-σπλαγχνος, ον σπλάγχνον faint-hearted, Aesch.
ShortDef
faint-hearted
Debugging
Headword:
κακόσπλαγχνος
Headword (normalized):
κακόσπλαγχνος
Headword (normalized/stripped):
κακοσπλαγχνος
IDX:
16418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16432
Key:
kako/splagxnos
Data
{'content': 'κακόσπλαγχνος\n κᾰκό-σπλαγχνος, ον\n σπλάγχνον\n faint-hearted, Aesch.', 'key': 'kako/splagxnos'}