Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κακόπους
κακοπραγέω
κακοπραγία
κακοπράγμων
κακορραφία
κακορρήμων
κακορροθέω
κακόρρυπος
κακόσιτος
κακοσκελής
κακοσκήνης
κάκοσμος
κακός
κακόσπλαγχνος
κακοσπορία
κακοστόμαχος
κακοστομέω
κακόστομος
κακόστρωτος
κακοσύνθετος
κακόσχολος
View word page
κακοσκήνης
κακοσκήνης κᾰκο-σκήνης, ες σκῆνος of a bad, mean body, Anth.
ShortDef
of a bad, mean body
Debugging
Headword:
κακοσκήνης
Headword (normalized):
κακοσκήνης
Headword (normalized/stripped):
κακοσκηνης
IDX:
16415
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16429
Key:
kakoskhnh/s
Data
{'content': 'κακοσκήνης\n κᾰκο-σκήνης, ες\n σκῆνος\n of a bad, mean body, Anth.', 'key': 'kakoskhnh/s'}