Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

κακομήτης
κακομηχανία
κακομήχανος
κακομίμητος
κακόμοιρος
κακόνοια
κακονομία
κακόνομος
κακόνοος
κακόνυμφος
κακόξενος
κακοξύνετος
κακοπάθεια
κακοπαθέω
κακοπαθής
κακοπάρθενος
κακόπατρις
κακοπινής
κακοποιέω
κακοποιΐα
κακοποιός
View word page
κακόξενος
κακόξενος unfortunate in guests, in irreg. Epic comp. κακοξεινώτερος, Od. unfriendly to strangers, inhospitable, Eur., Anth.

ShortDef

unfortunate in guests

Debugging

Headword:
κακόξενος
Headword (normalized):
κακόξενος
Headword (normalized/stripped):
κακοξενος
IDX:
16392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16406
Key:
kako/cenos

Data

{'content': 'κακόξενος\n unfortunate in guests, in irreg. Epic comp. κακοξεινώτερος, Od.\n unfriendly to strangers, inhospitable, Eur., Anth.', 'key': 'kako/cenos'}