Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
κακομέλετος
κακομηδής
κακομήτης
κακομηχανία
κακομήχανος
κακομίμητος
κακόμοιρος
κακόνοια
κακονομία
κακόνομος
κακόνοος
κακόνυμφος
κακόξενος
κακοξύνετος
κακοπάθεια
κακοπαθέω
κακοπαθής
κακοπάρθενος
κακόπατρις
κακοπινής
κακοποιέω
View word page
κακόνοος
κακόνοος κᾰκό-νους, ουν ill-disposed, disaffected, Ar., Thuc., etc.:— bearing malice against, τινι Xen.:—Sup. κακονούστατος Dem.
ShortDef
ill-disposed, disaffected
Debugging
Headword:
κακόνοος
Headword (normalized):
κακόνοος
Headword (normalized/stripped):
κακονοος
IDX:
16390
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16404
Key:
kako/nous
Data
{'content': 'κακόνοος\n κᾰκό-νους, ουν\n ill-disposed, disaffected, Ar., Thuc., etc.:— bearing malice against, τινι Xen.:—Sup. κακονούστατος Dem.', 'key': 'kako/nous'}