Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
καίπερ
καἰ
καί ῥα
καίριος
καιροσέων
καῖρος
καιρός
καιροφυλακέω
καίτοι
καίω
κακάγγελος
κακάγγελτος
κακαγόρος
κακανδρία
κακέσχατος
κακηγορέω
κακηγορία
κακήγορος
κακηλόγος
κάκη
κακία
View word page
κακάγγελος
κακάγγελος κᾰκ-άγγελος, ον bringing ill tidings, Aesch.
ShortDef
bringing ill tidings
Debugging
Headword:
κακάγγελος
Headword (normalized):
κακάγγελος
Headword (normalized/stripped):
κακαγγελος
IDX:
16331
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16345
Key:
kaka/ggelos
Data
{'content': 'κακάγγελος\n κᾰκ-άγγελος, ον\n bringing ill tidings, Aesch.', 'key': 'kaka/ggelos'}