Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἰσονομέομαι
ἰσονομία
ἰσόνομος
ἰσόπαις
ἰσοπάλαιστος
ἰσοπαλής
ἰσόπαλος
ἰσόπεδον
ἰσόπεδος
ἰσοπλατής
ἰσοπλάτων
ἰσοπληθής
ἰσόπρεσβυς
ἰσορροπία
ἰσόρροπος
ἰσοσκελής
ἴσος
ἰσοστάσιος
ἰσοτέλεια
ἰσοτέλεστος
ἰσοτελής
View word page
ἰσοπλάτων
ἰσοπλάτων ἰσο-πλάτων, ωνος, another Plato, Anth.
ShortDef
another Plato
Debugging
Headword:
ἰσοπλάτων
Headword (normalized):
ἰσοπλάτων
Headword (normalized/stripped):
ισοπλατων
IDX:
16050
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16064
Key:
i)sopla/twn
Data
{'content': 'ἰσοπλάτων\n ἰσο-πλάτων, ωνος,\n another Plato, Anth.', 'key': 'i)sopla/twn'}