Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἰσόδρομος
ἰσοζυγής
ἰσόθεος
ἰσοθεόω
ἰσοκίνδυνος
ἰσόκληρος
ἰσοκρατής
ἰσομάτωρ
ἰσόμαχος
ἰσομεγέθης
ἰσομέτωπος
ἰσομήκης
ἰσομοιρέω
ἰσομοιρία
ἰσόμοιρος
ἰσόμορος
ἰσόνειρος
ἰσόνεκυς
ἰσονομέομαι
ἰσονομία
ἰσόνομος
View word page
ἰσομέτωπος
ἰσομέτωπος ἰσο-μέτωπος, ον μέτωπον with equal front, Xen.
ShortDef
with equal front
Debugging
Headword:
ἰσομέτωπος
Headword (normalized):
ἰσομέτωπος
Headword (normalized/stripped):
ισομετωπος
IDX:
16032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16046
Key:
i)some/twpos
Data
{'content': 'ἰσομέτωπος\n ἰσο-μέτωπος, ον\n μέτωπον\n with equal front, Xen.', 'key': 'i)some/twpos'}