Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἰσθμός
ἰσθμώδης
Ἰσιακός
Ἶσις
ἴσκε
ἴσκω
ἰσοβασιλεύς
ἰσόγαιος
ἰσογονία
ἰσοδαίμων
ἰσοδίαιτος
ἰσόδρομος
ἰσοζυγής
ἰσόθεος
ἰσοθεόω
ἰσοκίνδυνος
ἰσόκληρος
ἰσοκρατής
ἰσομάτωρ
ἰσόμαχος
ἰσομεγέθης
View word page
ἰσοδίαιτος
ἰσοδίαιτος ἰσο-δίαιτος, ον δίαιτα living on an equality, Thuc.

ShortDef

living on an equality

Debugging

Headword:
ἰσοδίαιτος
Headword (normalized):
ἰσοδίαιτος
Headword (normalized/stripped):
ισοδιαιτος
IDX:
16021
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16035
Key:
i)sodi/aitos

Data

{'content': 'ἰσοδίαιτος\n ἰσο-δίαιτος, ον\n δίαιτα\n living on an equality, Thuc.', 'key': 'i)sodi/aitos'}