Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἱππόσυνος
ἱππότης
ἱπποτοξότης
ἱπποτροφία
ἱπποτρόφος
ἱπποτυφία
ἵππουρις
ἱπποφόρβιον
ἱπποφορβός
ἱππώδης
ἱππωνία
ἱππωνέω
ἱππών
ἴπτομαι
ἰρήν
Ἶρις
ἰσάγγελος
ἰσάδελφος
ἰσάζω
ἰσαίτατος
ἰσαίτερος
View word page
ἱππωνία
ἱππωνία ἱππων(ε)ία, ἡ, a buying of horses, Xen. from ἱππωνέω

ShortDef

buying of horses

Debugging

Headword:
ἱππωνία
Headword (normalized):
ἱππωνία
Headword (normalized/stripped):
ιππωνια
IDX:
15986
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n16000
Key:
i(ppwnei/a

Data

{'content': 'ἱππωνία\n ἱππων(ε)ία, ἡ,\n a buying of horses, Xen.\n from ἱππωνέω', 'key': 'i(ppwnei/a'}