Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἱπποδέτης
ἱπποδιώκτης
ἱπποδρομία
ἱπποδρόμος
ἱππόδρομος
ἱππόθεν
ἱπποκάνθαρος
ἱπποκέλευθος
ἱπποκένταυρος
ἱπποκομέω
ἱππόκομος
ἱπποκόμος
ἱπποκορυστής
ἱπποκρατέω
ἱπποκρατία
ἱππόκρημνος
ἱππόκροτος
ἱππόλοφος
ἱππομανής
ἱππομανία
ἱππομαχέω
View word page
ἱππόκομος
ἱππόκομος ἱππό-κομος, ον κόμη decked with horse-hair, of a helmet, Il., Soph.
ShortDef
decked with horse-hair
Debugging
Headword:
ἱππόκομος
Headword (normalized):
ἱππόκομος
Headword (normalized/stripped):
ιπποκομος
IDX:
15957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n15971
Key:
i(ppo/komos
Data
{'content': 'ἱππόκομος\n ἱππό-κομος, ον\n κόμη\n decked with horse-hair, of a helmet, Il., Soph.', 'key': 'i(ppo/komos'}